ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ
Ενώπιον: Μ. Αμπίζα, Α.Ε.Δ.
Αρ. Αγωγής: 365/2006
Μεταξύ:
CHRISTOFOROS KARAYIANNAS & SONS
Εναγόντων
-και-
CORNELIUS DESMOND O’ DWYER
MICHAELLA MARGARET O’DWYER
Εναγομένων
Και ως ετροποποιήθηκε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου ημερομηνίας 24.3.2010.
Μεταξύ:
ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ
Εναγόντων
-και-
CORNELIUS DESMOND O’ DWYER
MICHAELLA MARGARET O’DWYER
Εναγομένων
Αίτηση ημερομηνίας 25.7.2013.
Ημερομηνία: 29 Ιουλίου 2013.
Εμφανίσεις:
Για Ενάγοντες-Αιτητές: κ. Ε. Φλουρέντζος με κ. Κλαϊδη.
ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ
(ex-tempore)
Έχω με προσοχή ακούσει την αγόρευση εκ μέρους των αιτητών και θεωρώ ότι είμαι σε θέση να εκδώσω την απόφαση του Δικαστηρίου ex-tempore.
Είχα την ευκαιρία, από προηγουμένως, να μελετήσω με μεγάλη προσοχή το περιεχόμενο τόσο της αίτησης όσο και της ένορκης δήλωσης που τη συνοδεύει και υποστηρίζει μαζί με τα συνημμένα σε αυτήν τεκμήρια, όσο και το περιεχόμενο του φακέλου της παρούσας υπόθεσης, η οποία, όπως φαίνεται και από τα λεγόμενα των αιτητών, βρίσκεται σε στάδιο μετά από έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου επί της ουσίας της υπόθεσης με βάση την οποία επιδικάστηκε ένα ποσό υπέρ του ενάγοντα και εναντίον του εναγομένου 1, απορρίφθηκε η αγωγή εναντίον της εναγομένης 2 και επιδικάστηκε ένα μεγαλύτερο ποσό υπέρ του εναγομένου 1 και εναντίον των εναγόντων στην ανταπαίτηση που υπήρχε. Θα πρέπει να πω επίσης ότι έχω με προσοχή ακούσει και με ερωτήματα μου ξεκαθαρίσει τα ζητήματα που με απασχολούσαν ως προς τις θέσεις των αιτητών, ερωτήματα τα οποία ήμουν σε θέση να θέσω έχοντας εξετάσει όλα τα σχετικά με την παρούσα διαδικασία από προηγουμένως. Θα προσπαθήσω να είμαι όσο πιο συνοπτικός μπορώ να είμαι στο πλαίσιο αυτού που θεωρώ ότι πρέπει να αποφασιστεί στην παρούσα διαδικασία.
Διαπιστώνεται από τα ενώπιον μου στοιχεία ότι στις 19.3.2013 και ενώ από τον Ιανουάριο του 2013 και συγκεκριμένα στις 24.1.2013 είχε καταχωρηθεί το υπό κρίση memo με αριθμό 64/13, στις 19.3.2013 λοιπόν, ζητήθηκε και εξασφαλίστηκε μονομερώς προσωρινό διάταγμα αναστολής του υπό κρίση memo ενώ έτερο διάταγμα που ζητούσε την ακύρωση του αφέθηκε να εκδικαστεί μετά από ακρόαση της αίτησης. Αυτά σημειώνονται και με την απόφαση του Δικαστηρίου ημερομηνίας 10.7.2013. Υπήρξε, στις 20.3.2013, καταχώριση διά κλήσεως αίτησης η οποία ζητά την ακύρωση του εν λόγω memo. Υπήρξε καταχώριση αίτησης από την πλευρά του εναγομένου για ακύρωση και παραμερισμό του διατάγματος που εκδόθηκε μονομερώς. Φυσικά η αίτηση αυτή απεσύρθη ως εκ του αποτελέσματος της ακρόασης που έγινε όσον αφορά το προσωρινό διάταγμα το οποίο είχε ως αποτέλεσμα αυτό το διάταγμα ημερομηνίας 19.3.2013 να ακυρωθεί και η αίτηση να απορριφθεί.
Στο στάδιο αυτό θα ασχοληθώ πρώτα με μια άλλη πτυχή της αίτησης, έστω θεωρώντας ότι υπάρχουν στοιχεία που δεν εμποδίζουν την καταχώριση αυτής της παρούσας αίτησης. Είναι δεδομένο νομολογιακά ότι η έκδοση μονομερώς ενός διατάγματος αποτελεί την εξαίρεση του κανόνα και ότι θα πρέπει να εκδίδεται ένα διάταγμα μονομερώς με τεράστια φειδώ και μόνο όπου οι περιστάσεις το επιτρέπουν. Το ερώτημα εδώ που θα ετίθετο είναι: έχοντας το Δικαστήριο εξετάσει, κατόπιν ακρόασης, πανομοιότυπα αιτήματα, έχοντας ακούσει και τις δύο πλευρές, θα δικαιολογείτο στη βάση ουσιαστικά όμοιων γεγονότων να αποφάσιζε μονομερώς την έκδοση διατάγματος χωρίς να ακούσει την άλλη πλευρά, η οποία όταν ακούστηκε πέτυχε την ακύρωση του διατάγματος και την απόρριψη προηγούμενης αίτησης; Είμαι της άποψης ότι, κατά το ελάχιστο σε μια τέτοια περίπτωση, το Δικαστήριο θα όφειλε να θέσει τέτοιες οδηγίες ούτως ώστε ένα τέτοιο αίτημα να αποφασίζετο ακούγοντας και τις δύο πλευρές. Μου φαίνεται πολύ παράδοξο να υπήρχε μια κατάσταση πραγμάτων κατά την οποία το Δικαστήριο, έχοντας μια άλλη σύνθεση να είχε αποφασίσει το θέμα στις 10.7.2013, ακούγοντας και τις δύο πλευρές, και το ίδιο Δικαστήριο, έστω υπό άλλη σύνθεση, να προχωρούσε, σε πανομοιότυπη αίτηση και γεγονότα, να εξέδιδε μονομερώς ένα τέτοιο διάταγμα. Αυτά που αναφέρω τώρα δεν θα επηρέαζαν το στοιχείο του κατ΄ επείγοντος αφού τέτοιες οδηγίες θα μπορούσαν να δοθούν ώστε να κληθεί η άλλη πλευρά σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και να ακουστεί ικανοποιώντας οποιεσδήποτε ανησυχίες όσον αφορά το θέμα του κατ΄ επείγοντος.
Αυτά όσον αφορά το θέμα της μονομερούς έκδοσης του διατάγματος. Όμως είμαι της άποψης ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν εξαντλείται το θέμα με οδηγίες επίδοσης στην άλλη πλευρά. Και αυτό διότι, έχοντας ακούσει την επιχειρηματολογία ως προς τη συμπεριφορά, κατ΄ ισχυρισμόν πάντοτε συμπεριφορά του εναγομένου καθ΄ ου η αίτηση και το πώς αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τον ίδιον σε διάβημα του προς το Δικαστήριο λόγω της δικής του στάσης, και αντιλαμβανόμενος πλήρως την επιχειρηματολογία αυτή, είμαι της άποψης ότι δεν ισχύει κάτι τέτοιο στην παρούσα περίπτωση, υπό το εξής σκεπτικό. Δεν μπορώ να αποφασίσω σε αυτό το στάδιο, χωρίς καν να ακούσω οποιαδήποτε από τις αιτήσεις παρακοής, ότι υφίσταται παρακοή από πλευράς του εναγομένου. Και συνεχίζοντας αυτό το εύρημα να εμποδίσω αυτόν από οποιαδήποτε άσκηση δικαιωμάτων που ενδεχομένως να είναι καθ΄ όλα νόμιμη χωρίς καν να τον ακούσω και με έναν τρόπο που ενδεχόμενα να αποτελεί κατάργηση του μέτρου που λαμβάνει. Με άλλα λόγια τίθεται το ερώτημα, είμαι εις θέσιν σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας να καταλήξω ότι θα πρέπει ένα διάταγμα όπως το ζητούμενο να εκδοθεί λόγω του ότι ο εναγόμενος είναι σε πλήρη αδιαφορία του μέρους της απόφασης που τον αφορά ενώ παράλληλα επιδιώκει την εφαρμογή ενός άλλου μέρους της απόφασης; Πιστεύω πως δεν είμαι σε τέτοια θέση με βάση τα ενώπιον μου στοιχεία.
Από τα όσα ανέφερα ήδη, θεωρώ ότι είναι ξεκάθαρο και το εύρημα μου ότι με το τι ζητείται με αυτήν την αίτηση ουσιαστικά είναι η κατάργηση της ισχύος του memo, έστω για προσωρινό διάστημα. Ένα τέτοιο διάταγμα όμως σημαίνει ότι μονομερώς καταργείται κάτι που ένας από τους διαδίκους ζήτησε να εφαρμόσει προς εκτέλεση της υπέρ του απόφασης. Εάν δε μια τέτοια κατάργηση θα είχε ως αποτέλεσμα τη μεταβίβαση ακίνητης περιουσίας, το οποίο θα ήταν δικαίωμα των εναγόντων σε περίπτωση που δεν υφίσταται memo έστω και προσωρινά, τότε είναι, πιστεύω, εύκολα αντιληπτό το πόσο δραστικό θα μπορούσε να ήταν ένα τέτοιο διάταγμα στην απουσία της άλλης πλευράς. Κάτι το οποίο θεωρώ ότι δεν θα μπορούσα να εκδώσω, ειδικά μάλιστα όταν το ίδιο διάταγμα είναι εκείνο, έστω και αν χρησιμοποιείται η λέξη αναστολή αντί ακύρωση, που ζητείται με την διά κλήσεως αίτηση η οποία είναι ορισμένη για να ακολουθήσει πορεία εκδίκασης.
Και έρχομαι σε ένα τελικό σημείο, αυτό το οποίο θεωρώ καταλυτικό για την παρούσα αίτηση. Και οι τρεις αιτήσεις, τόσο η αίτηση ημερομηνίας 20.3.2013 που εκκρεμεί προς εκδίκαση και είναι διά κλήσεως (είναι ορισμένη ας σημειωθεί αυτή η αίτηση στις 13.9.2013 για οδηγίες και με οδηγίες καταχώρισης ένστασης από την πλευρά του εναγομένου) όσο και η αίτηση ημερομηνίας 19.3.2013 που εκδικάστηκε και αποφασίστηκε από το Δικαστήριο, όσο και η παρούσα αίτηση, βασίζονται ουσιαστικά στα ίδια γεγονότα. Όσον αφορά το θέμα της δυσφήμισης από πλευράς εναγομένου για τους ενάγοντες, ως αποτέλεσμα της δικής του παρακοής της απόφασης, τα γεγονότα ύπαρξης τέτοιας δυσφήμισης προϋπήρχαν κατά πολύ της αίτησης ημερομηνίας 19.3.2013 όσο και της αίτησης ημερομηνίας 20.3.2013 και δεν αποτέλεσαν λόγο που να εκδικαστεί έστω και ανκαι ήταν στη διάθεση των αιτητών, δεν προωθήθηκαν από τους αιτητές. Το ότι μια τέτοια συμπεριφορά αναφέρεται ότι συνεχίζει δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπήρξε από πολύ προηγουμένως αυτή η κατάσταση πραγμάτων η οποία δεν ετέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου. Δεν υπεισέρχομαι στο θέμα του κατά πόσο είναι επιτρεπτό να καταχωρηθεί στο Κτηματολόγιο ένα memo επί όλης της περιουσίας ενός προσώπου, εξ αποφάσεως οφειλέτη, ώστε να καλύπτει ένα πολύ μικρότερο ποσό γιατί δεν εκδικάζω την ουσία της υπόθεσης σε αυτό το στάδιο. Θα περιοριστώ στο κατά πόσο η παρούσα αίτηση, με τα χαρακτηριστικά όπως τα έχω αναφέρει, αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας και ως τέτοια δεν θα πρέπει να ακουστεί.
Στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Loukos Trading Co Ltd κ.α. ν. Ρέϊνμποου Πλήτσιηγκ και Νταϊγκ Ko Λτδ (2000) 1B A.A.Δ. 1014, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, ότι:
«Έχει νομολογηθεί ότι τα Δικαστήρια έχουν εξουσία να ελέγχουν τις διαδικασίες προς αποφυγή καταχρήσεως της δικαστικής διαδικασίας. Έχει επίσης, νομολογηθεί ότι η κατάχρηση της διαδικασίας μπορεί να προσλάβει πολλές μορφές και ότι ανάλογα ευρεία είναι και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου για την παρεμπόδιση της».
Γίνεται δε αναφορά σε αυθεντίες στις οποίες έγινε αναφορά και από τους αιτητές προς υποστήριξη επιχειρήματος ύπαρξης κατάχρησης από μέρους του εναγομένου. Να σημειωθεί ότι η εν λόγω υπόθεση αφορούσε αίτηση για αναστολή εκτέλεσης δικαστικής απόφασης για τρίτη φορά, με την πρώτη φορά να είχε αποσυρθεί από τον αιτητή, τη δεύτερη φορά να απερρίφθη λόγω μη εμφανίσεως του κατά την ακρόαση και την τρίτη φορά να απορρίπτεται ως καταχρηστική με την αναφερόμενη απόφαση. Πόσο μάλλον υφίσταται κατάχρηση όταν με τα γεγονότα της παρούσας αίτησης προκύπτει ότι ανάλογο αίτημα, πανομοιότυπο αίτημα, έστω με τη διαφοροποίηση μιας λέξης, από ακύρωση σε αναστολή, που στην ουσία απολήγει στην ίδια κατάσταση πραγμάτων, τίθεται ενώπιον του Δικαστηρίου έχοντας εξεταστεί στην ουσία του και αποφασιστεί από το Δικαστήριο. Επαναλαμβάνω ασφαλώς αυτά που ανέφερα όσον αφορά τα πράγματα που θα μπορούσαν να είχαν τεθεί από τότε και ενδεχομένως να μην τέθηκαν, τα οποία και πάλιν οδηγούν σε κατάχρηση της διαδικασίας, αφού θα έπρεπε να είχαν τεθεί στην ώρα τους. Δεν νομίζω ότι χρειάζεται να λεχθεί κάτι περισσότερο.
Καταλήγω ότι το αίτημα, όπως τίθεται, και μετά από όλα όσα έχω αναφέρει και εξετάσει, δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί καταχρηστικό από μέρους των αιτητών και θεωρώ ότι η ορθή απόφαση είναι όπως η παρούσα αίτηση, ως μονομερής αίτηση, απορριφθεί χωρίς έξοδα.
Αυτή θα ήταν και η κατάληξη της απόφασης μου και στη βάση του ότι ένα τέτοιο αίτημα τίθεται μονομερώς αντί διά κλήσεως αν δεν ήταν καταχρηστικό το αίτημα. Θα πρέπει να λεχθεί κάτι που επίσης φανερώνει ύπαρξη κατάχρησης, ότι τα όσα αναφέρονται εδώ θα απασχολήσουν στην ουσία τους το Δικαστήριο και για την εκδίκαση της αίτησης ημερομηνίας 20.3.2013 η οποία θα απασχολήσει επί της ουσίας το Δικαστήριο ακούγοντας και τις δύο πλευρές.
Για σκοπούς πληρότητας θα προσθέσω και κάτι τελευταίο. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να είναι μέρος των διαπραγματεύσεων ή της στάσης οποιασδήποτε πλευράς στη βάση οποιασδήποτε συμφωνίας. Παραπέμπω στην αναφορά στην ένορκη δήλωση για τη στάση προτιθέμενων αγοραστών. Αν λάβουμε υπόψη ότι η αναστολή ενός memo δεν οδηγεί στην ακύρωση του, τότε αυτό θα σήμαινε ότι η κατάσταση πραγμάτων, είτε με την έκδοση του διατάγματος, είτε όχι, παραμένει η ίδια, με το να υφίσταται αυτό το memo. Συνεπώς, το αν ένας προτιθέμενος αγοραστής θα αποφάσιζε να τηρήσει μια στάση διαφορετική, με ένα memo σε αναστολή αλλά υπαρκτό, μέχρι την ακύρωση του, αυτό δεν θα μπορούσε να οδηγήσει στην έκδοση μιας απόφασης ως αυτή που ζητείται.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
(Υπ.)…………..
Μ. Αμπίζας, Α.Ε.Δ.\