Klaedes / Κλαΐδη / Klydes: v. Υπουργείο Οικονομικών Φ.Π.Α Case 393/11

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 393/2011)

30 Ιανουαρίου 2015

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

KLAEDES ANDREW TONY PANTELI,

Αιτητής

– ΚΑΙ –

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ/Η ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ ΚΑΙ/Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

Α. Κλαΐδη (κα), για τον Αιτητή.
Ε. Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Προσβάλλεται η απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ημερ. 19.1.2011, με την οποία επεβλήθη στον αιτητή η καταβολή του ποσού των €24.610 ως Βεβαίωση Φόρου για την περίοδο 1.6.2007-31.3.2009.

Κατά τις θέσεις που προωθήθηκαν στην προσφυγή και τις αγορεύσεις, ο αιτητής ενεγράφη ως δικηγόρος στο Δικηγορικό Σύλλογο Αμμοχώστου από 26.3.1997 μέχρι δε το 1999 ήταν δικηγόρος-υπάλληλος στο δικηγορικό γραφείο του Κύπρου Ανδρέου στη Λάρνακα. Από το 2000 μέχρι το 2001 διετέλεσε δικηγόρος-υπάλληλος στο γραφείο του Ευάγγελου Σαμμούτα στη Λάρνακα. Από τα τέλη του 2001 δημιούργησε δικό του δικηγορικό γραφείο μέχρι και σήμερα, αλλά για τα έτη 2006 μέχρι τον Ιούνιο του 2007, το δικηγορικό γραφείο που διατηρείτο με την επωνυμία Klydes-Carter Solicitors δεν διεκπεραίωνε εργασίες με το προσωπικό όνομα του αιτητή. Επομένως, όταν οι καθ΄ ων κατά το 2006 επισκέφθηκαν το γραφείο προς έλεγχο, αυτοί εξέτασαν αρχεία και βιβλία που δεν σχετίζονταν μόνο με το πρόσωπο του αιτητή βεβαιώνοντας στη συνέχεια φόρο αδικαιολόγητα και παράνομα.

Η θέση περαιτέρω, όπως αναπτύσσεται στην αγόρευση, εστιάζεται στο δεδομένο ότι η επιβολή του Φ.Π.Α. ήταν προϊόν πλάνης περί το νόμο και τα πράγματα και κατάχρηση ή υπέρβαση εξουσίας. Η εγγραφή που ο Έφορος Φ.Π.Α. επέβαλε από την 1.1.1998 με την αναδρομική εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α. είναι λανθασμένη και βασισμένη σε στοιχεία τα οποία δεν ήταν ικανά να οδηγήσουν στο συμπέρασμα ότι τα ημερήσια εισοδήματα του δικηγορικού γραφείου ήταν τέτοια που να δικαιολογούσε την εγγραφή. Περαιτέρω, η ενέργεια των καθ΄ ων στη βάση ανεπαρκών και αυθαίρετων δεδομένων έγινε καθ΄ υπέρβαση δικαιοδοσίας διότι δεν χρησιμοποιήθηκε η καταλληλότερη υπό τις περιστάσεις μεθοδολογία εφόσον η έρευνα δεν ήταν καλόπιστη και η απόφαση για την καταβολή Φ.Π.Α., βασίσθηκε σε υλικό άσχετο με το δικηγορικό γραφείο και του αιτητή προσωπικά.

Οι καθ΄ ων αντίθετα θεωρούν ορθή και εύλογη την προσβαλλόμενη πράξη στη βάση των εξής δεδομένων: Ότι η εκ μέρους του αιτητή υποβολή της αίτησης για εγγραφή στο Μητρώο Φ.Π.Α. έγινε την 1.6.2007, αλλά υπάρχει παραδοχή ότι ενεργούσε ως δικηγόρος και σε προηγούμενα χρόνια και ιδιαίτερα ότι από το 2001 λειτουργούσε γραφείο προσωπικά. Έστω και κάτω από την επωνυμία Klydes Carter Solicitors, δεν προβλήθηκε ισχυρισμός κατά τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου από τους αρμόδιους λειτουργούς της Υπηρεσίας Φ.Π.Α., ότι τα εισοδήματα ήσαν υπό την ιδιότητα υπαλλήλου δικηγόρου σε άλλο γραφείο ή εισοδήματα προερχόμενα από τον συνεταιρισμό. Ούτε και παρουσιάστηκαν στοιχεία ή δεδομένα κατά τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου και των επαφών των λειτουργών του Φ.Π.Α. με τον αιτητή που να στηρίζουν τους ισχυρισμούς που εκ των υστέρων προβάλλονται μέσω της προσφυγής και της αγόρευσης.

Είναι η θέση των καθ΄ ων περαιτέρω ότι τα στοιχεία που λήφθηκαν υπόψη από τον Έφορο Φ.Π.Α. ήταν λογικά και συναρτώμενα προς τα στοιχεία που βρέθηκαν στα αρχεία του δικηγορικού γραφείου. Αντί να υποβληθεί εκ μέρους του γραφείου αυτοβούλως και έγκαιρα η διαδικασία συμμόρφωσης και εγγραφής στο Μητρώο Φ.Π.Α., ο αιτητής ανέμενε τον εντοπισμό του από τις φορολογικές αρχές του Κράτους. Δεν τηρούνταν βιβλία, αρχεία και στοιχεία κατά τις διατάξεις της νομοθεσίας, ενώ διαπιστώθηκε ότι δεν συμφωνούσαν οι δηλωμένες εκροές και ο φόρος εκροών όπως δηλώθηκαν στη φορολογική δήλωση της περιόδου 1.6.2007-30.9.2007, με τις εκροές και το φόρο εκροών των τιμολογίων που εκδόθηκαν την ίδια περίοδο. Όπου οι φορολογικές δηλώσεις κρίνονται από τον Έφορο ως ελλιπείς ή περιέχουσες σφάλματα, τότε ο Έφορος μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο κατά την κρίση του. Με δεδομένο ότι δεν υπήρξε συμμόρφωση με την υποχρέωση του δικηγορικού γραφείου να υποβληθούν ορθές φορολογικές δηλώσεις, οι καθ΄ ων εύλογα και ενεργώντας μέσα στα πλαίσια του σχετικού άρθρου 49, βεβαίωσαν τον οφειλόμενο φόρο χωρίς να είχαν ταυτόχρονα οποιαδήποτε περαιτέρω υποχρέωση για διεξαγωγή έρευνας που μπορούσε ή όχι να φέρει στην επιφάνεια περαιτέρω αποδεικτικό υλικό.

Σύμφωνα με πλούσια επί του θέματος νομολογία, το Τμήμα Φ.Π.Α. δικαιούται να προβεί σε καθορισμό του οφειλόμενου φόρου από μια επιχείρηση όταν δεν δίδονται επαρκείς εξηγήσεις ή όπου η τήρηση των αναγκαίων βιβλίων δεν είναι πλήρης ή ορθή ή διαπιστώνονται ελλείψεις στα λογιστικά βιβλία. Αυτό επιτρέπεται από το άρθρο 49 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου αρ. 95(Ι)/2000, ως τροποποιήθηκε, το οποίο και ρητά μνημονεύεται στην προσβαλλόμενη πράξη. Όπως αναφέρθηκε στην P. Zazoo Unisex Boutique Ltd v. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 266, ο Έφορος Φ.Π.Α. δικαιούται να χρησιμοποιεί την καλύτερη δυνατή κρίση του υπό το φως των δεδομένων που έχει στη διάθεση του και να χρησιμοποιήσει τη μεθοδολογία που είναι αναγκαία για να εξαγάγει το οφειλόμενο φόρο. Λέχθηκαν τα εξής, τα οποία ισχύουν και στην υπό κρίση περίπτωση:

«Σύμφωνα με τη νομολογία, ο Φ.Π.Α. είναι αυτοβεβαιούμενος φόρος, στην έλλειψη δε στοιχείων και πληροφοριών που οφείλει ο επιχειρηματίας να κρατεί, ο Έφορος δύναται να βεβαιώσει το φόρο χρησιμοποιώντας εκείνη τη μεθοδολογία που προσφέρεται υπό τις περιστάσεις (δέστε Κ.Ε.Μ. Tours Ltd v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 211, Σουβλάκια Γύρος «Κρητικός» Λτδ ν site web. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 935, Δημοκρατία ν. Nicolas Tyrimos Tavern Restaurant Ltd (2000) 3 Α.Α.Δ. 679 και Kokos Athanasiou Motors Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21.) Περαιτέρω, σύμφωνα με πάγια νομολογία, δεν ισχύει η αρχή της αυτοτέλειας της φορολογίας κάθε φορολογικής περιόδου στην περίπτωση του Φ.Π.Α., ο δε Έφορος διατηρεί την ευχέρεια να χρησιμοποιεί στοιχεία ορισμένων περιόδων για προσδιορισμό του Φ.Π.Α. που αφορά τη συνολική, κατά περίπτωση, περίοδο (δέστε F & A Car Supermarket Ltd v. Δημοκρατίας, (2010) 3 Α.Α.Δ. 77».

Η πρώτη παρατήρηση που πρέπει να γίνει σε σχέση με την παρούσα προσφυγή είναι ότι προηγήθηκε της προσβαλλόμενης πράξης, η αναγκαστική εγγραφή του αιτητή στο Μητρώο Φ.Π.Α. από 1.1.1998, η οποία πράξη είναι αυτοτελώς διοικητική πράξη και, ως προκύπτει από τα ενώπιον του Δικαστηρίου δεδομένα, αποτελεί αντικείμενο άλλης προσφυγής, της υπ΄ αρ. 225/2011, η οποία εκκρεμεί ενώπιον άλλου Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η κα Καρακάννα κατά τις διευκρινίσεις υπέδειξε στο Δικαστήριο ότι έγινε προσπάθεια εκ μέρους των καθ΄ ων να συνενωθεί η παρούσα προσφυγή με τις υπ΄ αρ. προσφυγές 225/2011, 226/2011 και 394/2011, όλες των οποίων ασκήθηκαν από τον αιτητή, πλην όμως αντιμετώπισαν την ένσταση της άλλης πλευράς με αποτέλεσμα να αποσυρθεί η αίτηση για συνεκδίκαση στις 6.3.2013. Επομένως, στην υπό κρίση υπόθεση το μόνο ζήτημα που μπορεί να εξεταστεί είναι η ορθότητα της εδώ προσβαλλόμενης πράξης ημερ. 19.1.2011, (Παράρτημα 3 στην ένσταση), η οποία και αναφέρεται αποκλειστικά στη βεβαίωση φόρου για την περίοδο 1.6.2007 μέχρι 31.3.2009.

Η βάση αυτής της απόφασης σχετίζεται με την μη τήρηση βιβλίων, αρχείων και στοιχείων ως προνοείται από τον Κανονισμό 22 της Κ.Δ.Π. 314/2001, εφόσον δεν παρουσιάσθηκε στον Έφορο Φ.Π.Α. οποιοσδήποτε από τους λογαριασμούς Φ.Π.Α. εισροών και εκροών, ούτε και οποιαδήποτε άλλα βιβλία ή αρχεία. Οι δηλωμένες εκροές και αντίστοιχα ο δηλωμένος φόρος εκροών για την περίοδο 1.6.2007-30.9.2007 δεν συμφωνούσαν με τα ποσά που προέκυπταν από τα προσκομισθέντα τιμολόγια. Περαιτέρω, ότι εκδόθηκαν τιμολόγια στο όνομα του αιτητή από το 2004 στα οποία φαίνεται κανονική χρέωση του ποσού του Φ.Π.Α., χωρίς όμως ταυτόχρονα την έγκαιρη εγγραφή της δικηγορικής δραστηριότητας στο Μητρώο Φ.Π.Α. Και, τέλος, ότι από το αρχείο υποθέσεων που τηρούσε το δικηγορικό γραφείο και από τις τραπεζικές καταστάσεις διαπιστώθηκε ότι ο κύκλος εργασιών ξεπερνούσε το όριο εγγραφής από το έτος 1992, χωρίς όμως να υπήρξε εγγραφή στο Φ.Π.Α.

Τα όλα δεδομένα της επιχείρησης, σύμφωνα με την προσβαλλόμενη πράξη, οδήγησαν τους καθ΄ ων στο συμπέρασμα ότι έγινε «.. εσκεμμένη απόκρυψη του Φ.Π.Α. που οφείλετε προς την Υπηρεσία Φ.Π.Α.». Στη βάση των παραλείψεων και αδυναμιών που παρουσίαζε το σύστημα τήρησης του δικηγορικού γραφείου έγινε εξωλογιστικός προσδιορισμός των εισπράξεων στην εξής βάση: Για τα έτη 1998-2005 και το έτος 2007, λήφθηκε ο κατάλογος των υποθέσεων με καταμέτρηση του αριθμού που διεκπεραιώθηκε κατ΄ έτος. Στη συνέχεια υπολογίστηκε μια μέση τιμή χρέωσης για κάθε υπόθεση διαφορετική ανά έτος, πολλαπλασιάζοντας την τιμή χρέωσης επί τον αριθμό των υποθέσεων ώστε να υπολογιστούν οι ετήσιες εισπράξεις. Στη βάση αυτή υπολογίστηκε ο οφειλόμενος φόρος εκροών στο ποσό των €22.372,73 με λεπτομέρειες να καταγράφονται στο Παράρτημα 1 της προσβαλλόμενης πράξης, με επιπλέον ποσό πρόσθετου φόρου σε ποσοστό 10%, δηλαδή, €2.237,27, ενώ στο σύνολο του ποσού των €24.610, που είναι το ποσό για το οποίο επιδιώκεται η ακύρωση, επιβλήθηκε τόκος 9% για τα έτη μέχρι το 2006 και 8% για τα επόμενα έτη.

Όπως ήδη αναφέρθηκε ανωτέρω, αντικείμενο της παρούσας προσφυγής δεν είναι η αυτεπάγγελτη εκ μέρους του Εφόρου εγγραφή του αιτητή στο Μητρώο Φ.Π.Α., ενέργεια που είναι δυνατή, εν πάση περιπτώσει, με βάση τη νομολογία στη βάση δέουσας έρευνας και την υποχρέωση του υποκείμενου σε φορολογία να εγγραφεί στο Μητρώο, (Δημοκρατία ν. Δεκράνι Τουριστικές Επιχειρήσεις Λτδ (2002) 3 Α.Α.Δ. 415 και Δημοκρατία ν. Νικοδήμου (2002) 3 Α.Α.Δ. 504). Η αναδρομική εγγραφή λόγω παράλειψης εγγραφής είναι επιτρεπτή στη βάση των άρθρων 13 και 14 του Νόμου αρ. 246/1990, (Peters v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 249).

Υπό αναθεώρηση εδώ είναι το ύψος του επιβληθέντος φόρου. Το βάρος για να πείσει το αναθεωρητικό Δικαστήριο ότι η επιβολή της φορολογίας ήταν λανθασμένη, το φέρει ο αιτητής, (Βιομηχανία Υποδημάτων Αφροδίτη Λτδ ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 47). Αυτό το βάρος συναρτάται και προς την ταυτόχρονη υποχρέωση του φορολογούμενου να τηρεί βιβλία και αρχεία και να προσκομίζει τα αναγκαία αποδεικτικά στοιχεία. Στην έλλειψη τέτοιων στοιχείων και αποδείξεων, επιτρέπεται στον Έφορο να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα, (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 509).

Είναι επίσης αναγνωρισμένη διαχρονικά η αρχή ότι το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν προβαίνει σε πρωτογενή έλεγχο της επιβληθείσας φορολογίας εφόσον το έργο του εξαντλείται στον έλεγχο της νομιμότητας, επεμβαίνει δε μόνο όταν διαπιστώνεται πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο ή υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας, (Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας – πιο πάνω – Σχίζα ν. ΑΤΗΚ (2004) 3 Α.Α.Δ. 339 και Logicom Ltd v. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 287). Η κρίση του Εφόρου παραμένει επί των τεχνικών θεμάτων της φορολογικής εξέτασης και επιβολής του φόρου, ανέλεγκτος, (Ράφτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 345), και εφόσον η κρίση αυτή δεν εκφεύγει των ορίων του λογικά εφικτού, αυτή δεν ανατρέπεται, (Λ. Γεωργιάδης ν. Εφόρου Φόρου Εισοδήματος (2000) 3 Α.Α.Δ. 106 και Jacomino Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, Α.Ε. αρ. 54/2010, ημερ. 4.12.2014).

Τα όσα θέματα εγείρει εδώ ο αιτητής δεν μπορούν να ανατρέψουν την κρίση του Εφόρου, ο οποίος βεβαίωσε το φόρο με την προσβαλλόμενη πράξη με πλήρη και επαρκή αιτιολογία. Έχει ήδη καταγραφεί ανωτέρω ο αριθμός των φορολογικών παραλείψεων του αιτητή όπως προσδιορίζονται στην επιστολή του Εφόρου ημερ. 19.1.2011. Η αναλυτική κατάσταση του Παραρτήματος Ι, ανά φορολογική περίοδο δείχνει τις αναμενόμενες εισπράξεις για κάθε περίοδο, τον ανάλογο συντελεστή Φ.Π.Α. και τον φόρο εκροών επί των αναμενόμενων εισπράξεων. Παρέχεται επίσης ο δηλωμένος φόρος εκροών για κάθε περίοδο και εν τέλει ο οφειλόμενος φόρος εκροών. Η κρίση αυτή του Εφόρου έγινε στη βάση του ελέγχου των εγγράφων και δεδομένων που οι λειτουργοί του Φ.Π.Α. βρήκαν ή είχαν στη διάθεση τους, με πλήρη στοιχεία να περιέχονται στο Παράρτημα ΙΙ στην ένσταση.

Πέραν των επί μέρους δεδομένων που καταγράφονται αναλυτικά στις σελίδες 000009-000050, οι αρχικές εξηγήσεις που καταγράφονται στις σελίδες 000003-000005, αναφέρονται στην αξιοπιστία των βιβλίων και αρχείων που κρατούσε ο αιτητής, εισηγήσεις για βεβαίωση του φόρου και άλλες ενέργειες, τη φορολογική βεβαίωση και την ταμειακή βεβαίωση. Διαπιστώθηκε ότι τα βιβλία και αρχεία της επιχείρησης δεν ήταν αξιόπιστα και επομένως παρέστη ανάγκη για εξωλογιστικό προσδιορισμό των πωλήσεων. Στη συνέχεια εξηγείται ο τρόπος υπολογισμού των εισπράξεων κατ΄ έτος και κατά υπόθεση. Με μέση τιμή χρέωσης καθ΄ υπολογισμό υπολογίστηκε το εισπραχθέν ποσό και τέλος ο οφειλόμενος φόρος.

Η φορολογική περίοδος για την οποία επεβλήθη ο φόρος είναι η 1.6.2006-31.3.2007. Τα όσα επομένως λέγει ο αιτητής αναφορικά με το ότι είχε γραφείο ως δικηγόρος το 1997 και όχι προγενέστερα και επομένως λανθασμένα γίνεται αναφορά στο σημείο (δ) της προσβαλλόμενης πράξης ότι από το αρχείο υποθέσεων είχε διαπιστωθεί ότι υπήρχε κύκλος εργασιών που ξεπερνούσε το όριο εγγραφής από το 1992, δεν είναι σχετικά με την υπό κρίση υπόθεση. Το (δ) ως άνω, παρέχει απλώς ένα ιστορικό δεδομένο ως προς την ημερομηνία που ο αιτητής όφειλε να εγγραφεί στο Φ.Π.Α. και δεν το έπραξε. Αλλά αυτό είναι αντικείμενο άλλης προσφυγής. Αφορά στην αναδρομική εγγραφή του αιτητή στο Μητρώο Φ.Π.Α. και δεν σχετίζεται με την παρούσα. Περαιτέρω, τα αναφερόμενα κατ΄ ισχυρισμόν λάθη στις διαπιστώσεις των λειτουργών του Φ.Π.Α., αναφορικά με εισπράξεις το 1992, 1994, 1996, κλπ., απαντώνται με την εξής απλή επισήμανση και ταυτόχρονα υπενθύμιση. Ότι στον αιτητή επεβλήθη φόρος για συγκεκριμένη περίοδο 1.6.2006-31.3.2007, όπως ορθά εντοπίζει και επαναλαμβάνει και η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων στη δική της αγόρευση.

Γενικά, όλες τις αιτιάσεις που προβάλλονται με την αγόρευση του αιτητή, απαντώνται με το επιχείρημα ότι οι λειτουργοί του Φ.Π.Α. ενήργησαν στη βάση των δεδομένων, στοιχείων, καθώς και όσων βιβλίων και αρχείων βρήκαν και τις εξηγήσεις που παρέθεσε ο ίδιος ο αιτητής. Στις εκ των υστέρων θέσεις ότι πολλές από τις εισπράξεις αφορούσαν συνεταιρισμό, ή, εργασία ως υπάλληλος ή για άλλους, η εύλογη απάντηση των καθ΄ ων είναι, και αυτό χωρίς αντίκρουση, ότι ουδέποτε ο αιτητής προέβαλε τέτοιους ισχυρισμούς κατά τη διάρκεια του φορολογικού ελέγχου. Το ότι υπήρξε εν πάση περιπτώσει επαρκής και ορθός έλεγχος των δεδομένων επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι χρήματα που ήταν κατατεθειμένα σε λογαριασμό με τη Λαϊκή Τράπεζα, και αφορούσαν κατά τον ισχυρισμό του αιτητή, χρήματα εισπραχθέντα υπό μορφή καταπιστεύματος για την αγορά ακίνητης ιδιοκτησίας ξένων επενδυτών στην Κύπρο, δεν λήφθηκαν υπόψη, ούτε θεωρήθηκαν ως εισπράξεις και πωλήσεις του αιτητή, έστω και αν ο λογαριασμός ήταν απλώς στο όνομα του αιτητή.

Το ίδιο αφορά και τις εισπράξεις από πιστωτικές κάρτες, τα στοιχεία των οποίων με βάση δεδομένα από τη JCC για προηγούμενα έτη, επιβεβαίωναν τον τρόπο υπολογισμού για την επίδικη φορολογική περίοδο. Η συνήγορος των καθ΄ ων παραθέτει επιμελώς στις σελ. 6-7 της αγόρευσης της τα ορθά ποσά από εισπράξεις μέσω πιστωτικής κάρτας επί των οποίων ενήργησε ο Έφορος Φ.Π.Α. Και ορθά περαιτέρω αναφέρεται ότι η εταιρεία Andrew Klydes LLC συστήθηκε μόλις στις 10.11.2008, (Παράρτημα 2 στην αγόρευση των καθ΄ ων), και κατά συνέπεια οι ισχυρισμοί ότι οι εισπράξεις με πιστωτική κάρτα για προηγούμενα της πιο πάνω ημερομηνίας έτη, αφορούσαν την πιο πάνω εταιρεία, παρέμειναν μετέωροι.

Οι καθ΄ ων ενήργησαν ορθά, δίκαια και εύλογα. Στο Παράρτημα 1 της αγόρευσης τους παρουσιάζεται περαιτέρω επεξήγηση και για τον συνεταιρισμό Carter Marion Joyce & Klaedes Andrew Tony Panteli, ο οποίος χρησιμοποιείτο κάποτε για έκδοση τιμολογίων από τον ίδιο τον αιτητή και ο οποίος συνεταιρισμός λειτούργησε για μικρή μόνο περίοδο από 2.4.2007 μέχρι 31.5.2007.

Η κα Κλαΐδη παρέπεμψε στην υπόθεση Pegasos Birds Ltd v. Commissioner of HM Custom and Excise (2004) EWCA Civ 1015, (Court of Appeal), ως προς τις βεβαιώσεις φόρου κάτω από το Value Added Tax Act 1994, “to best of their judgment” που χρησιμοποιείται από τους φοροθέτες. Η φράση απαντάται στο s.73(1) του 1994 Act. Μετά από σφαιρική ανάλυση του θέματος και με αναφορά στις προηγούμενες υποθέσεις Rahman v. Customs and Excise Commissioners (1998) STC 826 και Rahman (No. 2) (2003) STC 150, καθώς και σε αποφάσεις του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Αγγλικό Εφετείο έδωσε κατευθυντήριες γραμμές στο Tribunal, ότι το πρωταρχικό του καθήκον είναι να καθορίσει το ορθό ποσό φόρου σύμφωνα με τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα, και με το βάρος να κείται στο φορολογούμενο. Ότι εάν ο φορολογούμενος επιδιώκει να αμφισβητήσει τη φορολογία από τους Commissioners ενώπιον του Tribunal στη βάση του “best of their judgment ground”, οι λόγοι πρέπει να καταγραφούν με σαφήνεια και πληρότητα πριν την έναρξη της ακρόασης. Ότι ισχυρισμοί περί ανεντιμότητα ή άλλη ατασθαλία εναντίον του Commissioner και των λειτουργών του πρέπει να τίθενται με καθαρότητα και λεπτομερέστατα. Το “best of judgment rule” σημαίνει την εύλογη, δίκαιη και έντιμη εκτίμηση των ενώπιον του φοροθέτη δεδομένων. Το πρόβλημα συνήθως έγκειται στη διαπίστωση του ποσού του φόρου και όχι στο κριτήριο που ασκείται. Η απόφαση αυτή δεν βοηθά τον αιτητή. Αντίθετα, υποστηρίζει το εύλογο της κρίσης των καθ΄ ων. Εκεί επιβεβαιώθηκε η απόφαση του Commissioner ως έχουσα εφαρμόσει το ορθό κριτήριο και ακυρώθηκε η κρίση του Tribunal που ακύρωσε τη φορολογία για το λόγο ότι εφάρμοσε αντικειμενικό κριτήριο, με αναφορά στα στοιχεία υπό φορολόγηση.

Όπως έχει ήδη αναφερθεί ανωτέρω, το Ανώτατο Δικαστήριο εφαρμόζει στην ουσία το ίδιο κριτήριο όσον αφορά την εκτίμηση των γεγονότων και της φορολογίας που επιβάλλεται στην απουσία στοιχείων ή στην παροχή ελλιπών στοιχείων από τον φορολογούμενο, (Βαρναβίδης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 3376, Jacomino Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας – πιο πάνω – και Exantas Marine Enterprises Ltd v. Έφορου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, υπόθ. αρ. 1162/2012, ημερ. 28.11.2014).
Καμιά από τις αιτιάσεις του αιτητή δεν μπορεί να ανατρέψει την εύλογη κρίση των καθ΄ ων, οι οποίοι ενήργησαν με δέουσα έρευνα και εξέδωσαν την επίδικη απόφαση με εύλογη και επαρκή αιτιολογία.

Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.

Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

Στ. Ναθαναήλ,
Δ.

Source

Appeal for second assault case

Αριθ. 28-ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΙΣ ΕΦΕΣΕΩΣ (Ο.35,r3)

ΚΛΙΜΑΚΑ: €50.000 – €100.000

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

Κατ’ έφεσιν εκ του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (συνδεριάζον στην Λάρνακα) στην υπόθεση υπ’ αριθμόν 197/2008

Μεταξύ:

CORNELIUS DESMOND ODWYER

Ενάγοντα / Εφεσείοντα

-και-

  1. ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑΣ, ΑΠΟ ΛΙΟΠΕΤΡΙ

  2. ΜΑΡΙΟΣ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑΣ, ΑΠΟ ΦΡΕΝΑΡΟΣ

  3. ΜΑΡΙΟΣ ΤΤΙΓΓΗΣ, ΑΠΟ ΛΑΡΝΑΚΑ

Εναγομένων / Εφεσίβλητων

Έστω εις γνώσιν υμών ότι o Ενάγοντας δια της παρούσης εφεσιβάλλει την απόφαση την δοθείσαν εν την άνω αγωγή κατά την 18/12/2014 αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται εις την παρούσα ειδοποίηση.

Έστω δε εις γνώσιν υμών ότι η έφεσις του είναι εναντίον ολοκλήρου της εν λόγω αποφάσεως.

ή

Έστω δε εις γνώσιν υμών ότι η έφεσις του είναι εναντίον του μέρους εκείνου της έν λόγω αποφάσεως (ή διαταγής) δι’ού αποφασίζεται (ή διατάσσεται): (α) το ύψος και το είδος των αποζημιώσεων; (β) την αξιολόγηση της μαρτυρίας των εμπειρογνωμονών γιατρών και του Ενάγοντα/Εφεσείοντα(β) την μη επιδίκαση όλων των πραγματικών και/ή ειδικών ζημιών του Ενάγοντα/Εφεσείοντα

Διεύθυνση επιδόσεως: Το Δικηγορικό Γραφείο των κ.κ. Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, Γωνία Αγίου Παύλου & Κάδμου αρ.2, WisdomTower, 3ος όροφος, 1511 Λευκωσία, Τ.Κ.24144, 1701 Λευκωσία, Θυρίδα Δικαστηρίου 179.

Φ/δι το Δικηγορικό Γραφείο του κου Αναστάσιου Ζ. Μυλωνά, Λόρδου Βύρωνος αρ.64, 1ος όροφος, 6023 Λάρνακα, Θυρίδα Δικαστηρίου 69.

Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ
Δικηγόροι Ενάγοντα/Εφεσείοντα

Προς: κον ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑ
Συνοικισμός Λιοπετρίου αρ.16Α
Λιοπέτρι – Αμμόχωστος

Κον ΜΑΡΙΟ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΑ
Οδός Οδυσσέα Ελύτη αρ.7
Φρέναρος

Κον ΜΑΡΙΟ ΤΤΙΓΓΗ
Οδός Μόρφου αρ.28
Περβόλια – Λάρνακα

*Ενάγων ή Εναγόμενος, ως ή εκάστοτε περίπτωσις.

Διαγράψετε εάν δεν χρειάζεται. Δηλώσατε τους όρους του μέρους εκείνου της αποφάσεως ή διαταγής δια τον οποίον γίνεται παράπονον.

Περαιτέρω δε έστω εις γνώσιν υμών ότι οι λόγοι της εφέσεως του και τα αιτιολογικά τούτων είναι (α):

ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη και/ή ανεπαρκή αξιολόγηση της μαρτυρίας και/ή παρερμήνευσε την επιστημονική μαρτυρία που είχε ενώπιον του και/ή κατέληξε σε συμπεράσματα που δεν προκύπτουν από τα γεγονότα και/ή τα τεκμήρια που είχε ενώπιον του και/ή δεν έλαβε υπόψη του ουσιώδη στοιχεία της μαρτυρίας και/ή έλαβε υπόψη του επουσιώδη στοιχεία της και/ή απέρριψε εσφαλμένα την ιατρική μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του και η οποία σχετίζεται με το ύψος των αποζημιώσεων.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

  1. Δια το σύνολο της απόφασης, εμφαίνεται πως το Σεβαστό Δικαστήριο παραγνώρισε και/ή παρέβλεψε και/ή παρερμήνευσε τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του, προβαίνοντας σε εικασίες και/ή πιθανολογήσεις και/ή συμπεράσματα τα οποία δεν πηγάζουν και/ή δεν στηρίζονται από τη δοθείσα μαρτυρία, επιδικάζοντας με αυτόν τον τρόπο χαμηλά ποσά αποζημιώσεων, θέτοντας τους Εναγόμενους/Εφεσίβλητους σε ευνοϊκότερη θέση.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν υιοθέτησε ολοκληρωτικά και/ή στο σύνολο της τη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων γιατρών που κατέθεσαν για την πλευρά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα και/ή εσφαλμένα επιλεκτικά απέρριψε μέρος και/ή ολόκληρη τη μαρτυρία τους και/ή κατέληξε σε αυθαίρετα συμπεράσματα τα οποία δεν υποστηρίζονται από ιατρικά και/ή επιστημονικά εργαλεία και/ή έστω από άλλη αντίθετη ιατρική γνωμοδότηση. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν ακολούθησε στο σύνολο της τη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων γιατρών της πλευράς του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι η μαρτυρία τους παρέμεινε αναντίλεκτη και/ή δεν αντικρούστηκε, παραλείποντας να λάβει υπόψη ότι η πλευρά των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων δεν προσκόμισε άλλη ιατρική μαρτυρία η οποία να αντικρούει και/ή να καταρρίπτει τα όσα κατέθεσαν οι εμπειρογνώμονες μάρτυρες για τη πλευρά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε σε αντιφατικά συμπεράσματα τα οποία δεν αιτιολογούνται από τα δεδομένα που τέθηκαν ενώπιον του. Συγκεκριμένα, το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα ενώ από τη μια αποδέκτηκε ως αληθινή τη μαρτυρία του Νικόλα Νικολάου, ΜΕ5, και ενώ αποδέκτηκε πως τα ευρήματα του στηρίζονται σε κλινικές και άλλες ιατρικές εξετάσεις, εντούτοις απέρριψε την κατάληξη του ΜΕ5, ήτοι πως ο Ενάγων/Εφεσείων υπέστη κρανιοεγκεφαλική κάκωση, με την αιτιολογία πως πρόκειται για αυθαίρετο συμπέρασμα το οποίο δεν υποστηρίζεται από ιατρικές εξετάσεις και επιστημονικά τεκμήρια. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν αποδέκτηκε τη μαρτυρία του εν λόγω γιατρού περί κρανιοεγκεφαλικής κάκωσης, από τη στιγμή που δεν υπήρχε άλλη αντικρουστική μαρτυρία, και ως εκ τούτου εσφαλμένα δεν επεδίκασε αποζημιώσεις για κρανιοεγκεφαλική κάκωση.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν υιοθέτησε και/ή απέρριψε σχεδόν ολοκληρωτικά τη μαρτυρία του Dr. Ian Drever, ΜΕ6, o oποίος ήταν ο μοναδικός ψυχίατρος ο οποίος προσήλθε και κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου και ο οποίος εξέτασε τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα, χορηγώντας του την κατάλληλη θεραπεία. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα αποδέκτηκε πως ο Ενάγων/Εφεσείων συνεπεία της επίθεσης, παρουσιάζει μόνο συμπτώματα συναισθηματικής διαταραχής, άγχους και αναστάτωσης, απορρίπτοντας το εύρημα του εν λόγω ψυχίατρου, ήτοι πως ο Ενάγων/Εφεσείων πάσχει από συμπτώματα κατάθλιψης και πως είχε εκφράσει στο παρελθόν τάσεις αυτοκτονίας. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη την ιατρική έκθεση, Τεκμ.53, δια της οποίας περιγράφεται η πάθηση “Adjustment Disorder with Disturbances of Emotions”, την οποία εξήγησε ο εν λόγω γιατρός δια της προφορικής του μαρτυρίας, ήτοι πως πρόκειται για μια αντίδραση στα διάφορα γεγονότα της ζωής που χαρακτηρίζεται από τη διακύμανση συναισθηματικής διαταραχής, δυσκολία προσαρμογής, την έντονη καταθλιπτική διάθεση, άγχος, αϋπνία, έντονη διαταραχή του ύπνου, απώλεια βάρους, απώλεια της ενεργητικότητας, απώλεια όρεξης, σκέψεις ή απόπειρες αυτοκτονίας. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε και/ή παρέλειψε και/ή εσφαλμένα απέρριψε πως λόγω της προαναφερόμενης κατάστασης ο Ενάγων/Εφεσείων λαμβάνει φαρμακευτικές και ψυχοθεραπευτικές αγωγές και/ή αντικαταθλιπτικά χάπια. Ως αποτέλεσμα της πιο πάνω εσφαλμένης αξιολόγησης, το Σεβαστό Δικαστήριο, εσφαλμένα επεδίκασε μειωμένο ποσό αποζημιώσεων και δεν ακολούθησε την υφιστάμενη νομολογία σε σχέση με τις αποζημιώσεις για σοβαρά ψυχιατρικά προβλήματα.

  1. To Σεβαστό Δικαστήριο, εν απουσία οποιασδήποτε αντικρουστικής μαρτυρίας η οποία να αμφισβητεί τη διαδικασία εξέτασης και ευρημάτων του Dr. Ian Drever, ΜΕ6, εσφαλμένα έκρινε πως ο ΜΕ6 παρέλειψε να παραθέσει στοιχεία από τα οποία να εξακριβώνεται κατά πόσο ακολούθησε κάποια διαδικασία που βασίζεται σε σταθερές ιατρικές μεθόδους για να καταλήξει σε αξιόπιστες μεθόδους.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν ακολούθησε και/ή δεν υιοθέτησε στην ολότητα της τη μαρτυρία του Dr. Ian Drever, ΜΕ6, με την αιτιολογία πως ο μάρτυρας «απέτυχε να εξηγήσει με σαφήνεια και με επιστημονική τεκμηρίωση πως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα συμπτώματα του Ενάγοντα με τα χαρακτηριστικά κατάθλιψης οφείλονται στον ξυλοδαρμό που έχει υποστεί».Το Σεβαστό Δικαστήριο παρερμήνευσε τη μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του και/ή συγκεκριμένα πως σε περίπτωση που κάποιος ασθενής έχει υποστεί ψυχολογικά τραύματα και/ή κατάθλιψη συνεπεία πολλών παραγόντων, τότε ο θεράπων ιατρός είναι το κατάλληλο πρόσωπο να αναφέρει ποιος λόγος διαδραμάτισε κύριο ρόλο στην εμφάνιση των εν λόγω τραυμάτων. Ως απόρροια της εσφαλμένης αυτής αξιολόγησης, το Σεβαστό Δικαστήριο κακώς έκρινε αρνητικά το γεγονός πως ο ΜΕ6 ανέφερε πως τα ψυχολογικά και/ή ψυχιατρικά προβλήματα του Ενάγοντα/Εφεσείοντα οφείλοται κατά το μεγαλύτερο ποσοστό στην επίθεση που έχει δεκτεί. Ως εκ τούτου, το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα δεν επιδίκασε αποζημιώσεις σε σχέση με τα όσα προβλήματα κατέθεσε ο εν λόγω γιατρός.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τη κατάληξη του ΜΕ6, ήτοι πως τα ψυχολογικά προβλήματα του Ενάγοντα/Εφεσείοντα οφείλονται στο μεγαλύτρο ποσοστό στην επίθεση που έχει δεκτεί, με την αιτιολογία πως αυτή είναι γενική και/ή αόριστη και/ή πως στηρίζεται σε υποκειμενικά κριτήρια, ήτοι μόνο στα όσα του έχει αναφέρει ο Ενάγων/Εφεσείων. Ελλείψει οποιασδήποτε αντίθετης ιατρικής άποψης και/ή εναλλακτικής ιατρικής εξέτασης, το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τα ιατρικά κριτήρια στα οποία στηρίκτηκε ο ΜΕ6 για τη διεξαγωγή των ευρημάτων του.

  1. Περαιτέρω, το Σεβαστό Δικαστήριο φαίνεται πως παρερμήνευσε τα όσα τέθηκαν ενώπιον του από τον ΜΕ6, αφού εσφαλμένα θεώρησε πως η κατάληξη του εν λόγω γιατρού, ότι τα ψυχολογικά προβλήματα του Ενάγοντα/Εφεσείοντα οφείλονται ως επί των πλείστων στην επίθεση, συγκρούεται και/ή δεν συνάδει με τη μαρτυρία του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, ο οποίος ανέφερε πως ο νευρικός κλονισμός που υπέστη οφειλόταν σε συνδυασμό παραγόντων. Ο ΜΕ6 ανέφερε πως τα ψυχιατρικά προβλήματα οφείλονται στην επίθεση και στην παράβαση συμφωνίας σε σχέση με την αγοραπωλησία του σπιτιού και κατέληξε πως με βάση τις συνεδρίες που είχε με τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα κατέληξε πως τα ψυχιατρικά προβλήματα οφείλονται περισσότερο στην επίθεση παρά στην παράβαση της συμφωνίας, αφού βασιζόμενος στις συνεδρίες που είχε με τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα κατέληξε πως η επίθεση ήταν πιο επίπονη εμπειρία για τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν ακολούθησε τη μαρτυρία του Dr. Υeoh, ΜΕ7, o οποίος ήταν ο μόνος εμπειρογνώμονας υπό την ιδιότητα του ως Consultant AudioVestibular Physician, (με εξειδίκευση στην ωτορινολαρυγγολογία), ιδιαίτερα ενόψει του γεγονότος ότι δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε αντίθετη ιατρική μαρτυρία, η οποία να είναι ικανή να καταρρίψει τα όσα κατέθεσε ο εν λόγω μάρτυρας. Λόγω της εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας του εν λόγω μάρτυρα και/ή λόγω της απόρριψης της μαρτυρίας του εσφαλμένα το Δικαστήριο δεν επεδίκασε ζημιές για την πρόκληση του συνδρόμου Βegin Paroxysmal Positional Vertigo (BPPV).

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε τη μαρτυρία του Dr. Υeoh, ΜΕ7, αναφέροντας πως τα συμπεράσματα του ήταν αυθαίρετα και/ή στερούνται επιστημονικής τεκμηρίωσης με αποτελέσμα να μην επιτρέπουν στο Δικαστήριο να καταλήξει σε οποιοδήποτε ασφαλές συμπέρασμα. Το Σεβαστό Δικαστήριο βρισκόταν σε πλάνη όταν θεώρησε πως τα όσα έχουν λεχθεί από το μάρτυρα σε σχέση με τα συμπτώματα ίλιγγου τέθηκαν με γενικότητα και/ή χωρίς να υποστηριχθούν από συγκεκριμένα στοιχεία και δεδομένα. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρισκόταν σε πλάνη, αφού ο εν λόγω μάρτυρας τόνισε πως το σύνδρομο Βegin Paroxysmal Positional Vertigo (BPPV) (παροξυσμικός ίλιγγος θέσης) από το οποίο υποφέρει ο Ενάγων/Εφεσείων, μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο δύο αιτιών, είτε λόγω τραυματισμού στο κεφάλι είτε λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του ασθενή. Διέλαθε της προσοχής του Σεβαστού Δικαστηρίου, πως ο εν λόγω γιατρός τόνισε επανειλλημένως πως μοναδική αιτία ύπαρξης της εν λόγω πάθησης στη περίπτωση του Ενάγοντα/Εφεσείοντα είναι ο τραυματισμός στο κεφάλι μετά τον ξυλοδαρμό που υπέστη το τότε χρονικό διάστημα, αποκλείοντας με βεβαιότητα το προχωρημένο της ηλικίας, αφού ως εξήγησε ο Ενάγων/Εφεσείων ήταν μόλις 39 ετών, γεγονός που αυτομάτως απέκλειε τον παράγοντα – ηλικία, αφού δεν ενέπιπτε στην κατηγορία των ασθενών με προχωρημένη ηλικία.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο βρισκόταν σε πλάνη όσο αφορά τη δοθείσα μαρτυρία, όταν κατέληξε πως, ο Dr. Υeoh, ΜΕ7, απέφυγε να δώσει σαφή απάντηση αναφορικά με το κατά πόσο ένας σοβαρός τραυματισμός θα έπρεπε να φανεί κατά την εξέταση του Ενάγοντα/Εφεσείοντα στον αξονικό τομογράφο, αφού o εν λόγω μάρτυρας τόνισε πως η πάθηση ΒPPV, δεν εμφαίνεται μέσω αξονικής ή ακτινογραφικής τομογραφίας και/ή εξήγησε το εύρημα του βασίζεται στην εξέταση της μανούβρας για να διεξάγει τα συμπεράσματα.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο κακώς αξιολόγησε αρνητικά τον τρόπο με τον οποίο ο ΜΕ7, Dr. Υeoh, ανέφερε πως ο Ενάγων/Εφεσείων πάσχει από το σύνδρομο ίλγγου θέσης (BPPV). Αναφέροντας χαρακτηριστικά πως «ισχυρίστηκε με απλουστευμένο τρόπο και χωρίς την απαραίτητη επιστημονική τεκμηρίωση που αναμένεται από ένα εμπειρογνώμονα, πως ο Ενάγων/Εφεσείων πάσχει από το συγκρκιμένο σύνδρομο ίλιγγου που παρουσίασε ο Ενάγοντας». Διέλαθε της προσοχής του Σεβαστού Δικαστηρίου, πως ο, Dr. Yeoh, ΜΕ7, εξήγησε τόσο επιστημονικά και/ή θεωρητικά όσο και παραστατικά την διαγνωστική εξέταση στην οποία υπεβλήθη ο Ενάγων/Εφεσείων, με τρόπο ώστε να αντιληφθούμε τη διαγνωστική μέθοδο που χρησιμοποίησε. Συγκεκριμένα, ανέφερε πως σε τέτοιες περιπτώσεις ο γιατρός ζητά από τον ασθενή να βρίσκεται σε όρθια θέση, έχοντας τα 2 χέρια κολλημένα στο κορμί, ενωμένα τα πόδια και κλειστά τα μάτια, ενώ στη συνέχεια ζητά από τον ασθενή να σταθεί με ενωμένα τα πόδια και τα χέρια υψωμένα μπροστά από το στήθος κάνοντας επί τόπου βηματισμό, ώστε να διαπιστωθεί κατά πόσο ο ασθενής ισορροπεί ή κατά πόσο γέρνει προς τη μια πλευρά.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρερμήνευσε τα όσα είχαν λεχθεί από τον Dr. Yeoh, ΜΕ7 και/ή εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο εν λόγω μάρτυρας περιέπεσε σε αντίφαση, αφού σε ένα σημείο της μαρτυρίας τους ανέφερε πως το συγκεκριμένο σύμπτωμα εμφανίζεται μετά από σοβαρό τραυματισμό στο κεφάλι και όχι μικροτραυματισμός, ενώ σε άλλο σημείο της αντεξέτασης δήλωσε πως θα παρέμενε στην ίδια γνωμάτευση έστω και αν ο Ενάγων/Εφεσίων δεν είχε υποστεί σοβαρό τραυματισμό. Εν πάση όμως περιπτώσει, το Σεβαστό Δικαστήριο, εσφαλμένα προσκολλήθηκε σε λεπτομέρειες, αφού ούτως ή αλλως η μαρτυρία ενός μάρτυρα αξιολογείται μέσα από το σύνολο της και όχι μεμονωμένα και/ή αποσμασματικά.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως ως διαπιστώνεται μέσα από τη μαρτυρία o ME7 δεν ήταν γνώστης των τραυμάτων του Ενάγοντα/Εφεσείοντα. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα αγνόησε και/ή δεν έλαβε υπόψη ότι τα όσα αναφέρθηκαν από τον ΜΕ7 επιβεβαιώνονται και/ή ενισχύονται από τον Νευρολόγο Paul Hart, ο οποίος εξέτασε για πρώτη φορά τον Ενάγοντα/Εφεσίοντα και/ή τον παρέπεμψε στον ΜΕ7 για περαιτέρω εξέταση. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αγνόησε το Τεκμ.52, επιστολή του Νευρολόγου Paul Hart, δια της οποίας επιβεβαιώνεται η πάθηση Concussive Vestibulopathy, η οποία αφορά τον τραυματισμό του εσωτερικού αυτιού.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο φαίνεται πως έστρεψε τη προσοχή του σε επουσιώδη στοιχεία στα οποία δεν έπρεπε να είχε δώσει καμία βαρύτητα και/ή τα οποία δεν διαφοροποιούσαν τα πραγματικά γεγονότα και/ή παρέμεινε εσφαλμένα προσκολημμένο σε κατ’ ισχυρισμό λέξεις που χρησιμοποίησε ο ΜΕ7, καταλήγοντας εσφαλμένα πως κάποια πράγματα τα οποία ανέφερε δεν συνάδουν με τα γεγονότα ως τα παρουσίασε ο Ενάγων/Eφεσείων, αξιολογώντας αρνητικά τη μαρτυρία του. Παραδειγματικά αναφέρουμε, πως το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα επιμέτρησε αρνητικά το γεγονός πως ο ΜΕ7 ανέφερε πως ο Ενάγων/Εφεσείων «κλωτσήθηκε» στο κεφάλι ενώ ο Ενάγων/Εφεσείων κατέθεσε πως «πατήθηκε» το κέφαλι του. Το Σεβαστό Δικαστήριο αγνόησε το γεγονός πως τα όσα ανέφερνε ο μάρτυρας μεταφράζονταν και/ή καταγράφονταν στην ελληνική γλώσσα, επομένως δεν θα έπρεπε να είχε στρέψει τη προσοχή του σε τέτοιου είδους λεπτομέρειες, οι οποίες εν πάση περιπτώσει, δεν θα μπορούσαν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο για το επίδικο θέμα.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο αυτοκαθοδηγήθηκε λανθασμένα και/ή προσκολλήθηκε σε ασήμαντες λεπτομέρειες και/ή στοιχεία, διεξάγοντας εσφαλμένα το συμπέρασμα πως η μαρτυρία του ΜΕ7 στηριζόταν σε αντιφάσεις. Παραδειγματικά, το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε πως η βεβαιότητα με την οποία προσπάθησε ο ΜΕ7 να στηρίξει το εύρημα του πως τα συμπτώματα ίλιγγου που παρουσίασε ο Ενάγων/Εφεσείων οφείλονται στην επίθεση που δέκτηκε, βρίσκονται σε αντίθεση με το Τεκμ.51 που παρουσίασε, στο οποίο αναγράφεται πως «είναι σχεδόν σίγουρο» πως το σύνδρομο οφείλεται στην επίθεση.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα ως υπερβολικό σε σχέση με τον τρόπο που παρουσίαζε τα γεγονότα, αναφέροντας πως προσπαθούσε να παρουσιάσει τους τραυματισμούς του και τη σωματική του βλάβη σοβαρότερη από ότι ήταν στη πραγματικότητα, υπογραμμίζοντας πως «η μαρτυρία του για το ζήτημα αυτό όχι μόνο χαρακτηρίζεται από υπερβολή αλλά ούτε υποστηρίζεται απόλυτα από την ιατρική μαρτυρία». Το Σεβαστό Δικαστήριο ως εμφαίνεται έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στη συναισθηματική φόρτιση του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, αγνοώντας και/ή παραβλέποντας αφενώς πως δεν επρόκειτο για ειδήμων μάρτυρα ο οποίος θα κατέθετε αναφορικά με τις σωματικές βλάβες τις οποίες έχει υποστεί, αφού αυτό είναι έργο των εμπειρογνωμόνων γιατρών και αφετέρου, πως τα όσα κατέθεσε σε σχέση με το ζήτημα αυτό επιβεβαιώθηκαν και/ή διευκρινίστικαν από τους εμπειρογνώμονες γιατρούς που κατέθεσαν ενώπιον του Δικαστηρίου.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, εβρισκόμενο σε πλάνη ως προς τα πραγματικά γεγονότα και/ή παρερμηνεύοντας τα όσα είχαν τεθεί ενώπιον του και/ή δίδοντας υπέρμετρη σημασία σε μη ουδιώδη σημεία, χαρακτηρίζοντας τη μαρτυρία του Ενάγοντα/Εφεσείοντα ως υπερβολική. Παραδειγματικά, αναφέρουμε πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε πως ο Ενάγων/Εφεσείων ήταν υπερβολικός επειδή ανέφερε πως «μετά που έλαβε εξιτήριο από το νοσοκομείο για κάποιο χρονικό διάστημα χρησιμοποιούσε δεκανίκια, κάτι που δεν συνάδει με την μαρτυρία των θεραπόντων γιατρών του οι οποίοι δεν ανέφεραν ότι ο Ενάγοντας μετά που έλαβε εξιτήριο δεν ήταν σε θέση να περπατίσει κανονικά».Το Σεβαστό Δικαστήριο βρισκόταν σε πλάνη, αφού δια της κατατεθείσας μαρτυρίας ενώπιον του και/ή των τεκμηρίων που κατατέθηκαν ενώπιον του και/ή δια της μαρτυρίας του ΜΕ5, υποστηρίζεται και/ή αναφέρεται πως ο Ενάγων/Εφεσείων δεν ήταν σε θέση να περπατήσει κανονικά.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο Ενάγων/Εφεσείων ενώ προσπαθούσε να πείσει κατά τη κυρίως εξέταση πως τα ψυχολογικά προβλήματα που αντιμετωπίζει οφείλονται αποκλειστικά στον ξυλοδαρμό που έχει υποστεί τη συγκεκριμένη ημέρα από τους Εναγόμενους/Εφεσίβλητους, στην αντεξέταση, ανέφερε ότι ο νευρικός κλονισμός που υπέστη οφείλεται σε συνδυασμό πολλών παραγόντων. Το Σεβαστό Δικαστήριο ως εμφαίνεται παρέλειψε να λάβει υπόψη πως ο Ενάγων/Εφεσείων δεν θα μπορούσε ποτέ να αξιολογηθεί ως ειδήμων σε σχέση με τα αίτια ύπαρξης των ψυχιατρικών του προβλημάτων και πως ο μόνος ειδήμων μάρτυρας που κατέθεσε σε σχέση με την ψυχολογική του κατάσταση και τα αίτια, ήταν ο Dr. Drever, του οποίου η μαρτυρία έπρεπε να είχε γίνει αποδεκτή στο σύνολο της.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα ενεδιέτριψε τη προσοχή του σε επουσιώδη στοιχεία και/ή παρεμφερή και/ή άσχετα με τα επίδικα ζητήματα, τα οποία αφορούσαν την παράβαση συμφωνίας εκ μέρους των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων, σε σχέση με την αγορά της κατοικίας του Ενάγοντα/Εφεσείοντα και σε σχέση με τη δυσφήμιση, ζητήματα τα οποία απασχόλησαν το Δικαστήριο και/ή εκδικάστηκαν σε άλλη υπόθεση ήτοι την 365/08 και τα οποία τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου εν τη προκειμένη περίπτωση επιγραμματικά και μόνο για σκοπούς συνοχής. Παραδειγματικά αναφέρουμε, πως ενώ το επίδικο θέμα ήταν το ύψος των αποζημιώσεων, το Σεβαστό Δικαστήριο έδωσε έμφαση και/ή επιμέτρησε αρνητικά το γεγονός πως ο Ενάγων/Εφεσείων, κατά την κυρίως εξέταση του δεν ανέφερε πως ήρθε σε επαφή με τη νέα αγοράστρια της κατοικίας και πως αυτά τα ανέφερε μόνο κατά το στάδιο της αντεξέτασης, γεγονός το οποίο ουδώλως σχετίζεται και/ή αφορά στα επίδικα θέματα. Το Σεβαστό Δικαστήριο, ανέφερε και σχολίασε αρνητικά το γεγονός πως ο Ενάγων/Εφεσείων απαντώντας σε σχετικές υποβολές που του τέθηκαν από το συνήγορο της υπεράσπισης, παραδέκτηκε πως πριν ακόμη δεχτεί τις δύο αναρτήσεις ανάρτησε συγκεκριμένη ιστοσελίδα που έλαβε κατά τη διάρκεια συναντήσεων που είχε με τους Εναγόμενους 1 και 2, χωρίς τη συγκατάθεση τους. Με το ίδιο σκεπτικό, το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα προέβη σε συμπεράσματα και/ή καταλήξεις απορρίπτοντας τη μαρτυρία του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, αναφέροντας πως δεν πείθεται πως μοναδικός σκοπός της επίσκεψης του Ενάγοντα/Εφεσείοντα στην κατοικία, ήταν η λήψη μετρήσεων που θα χρησιμοποιούσε ως μαρτυρία για την υπόθεση της παράβασης συμφωνίας που εκκρεμούσε στο Δικαστήριο, με την αιτιολογία πως δεν είχε την εμπειρογνωμοσύνη να λάβει μετρήσεις οι οποίες θα γίνονταν αποδεκτές από το Δικαστήριο. Το Σεβαστό Δικαστήριο, δρώντας εκτός των εξουσιών του, σχολίασε και απέρριψε τα όσα ανέφερε ο Ενάγων/Εφεσείων σε σχέση με τον εξευτελισμό, την απελπισία, την στενοχώρια που ένιωσε μετά την επίθεση που δέκτηκε επειδή ως ο ίδιος ανέφερε πήγε να δει το σπίτι του.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε εσφαλμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας, προβαίνοντας σε ευρήματα όχι μόνο εξ αντικειμένου ανυπόστατα και αυθαίρετα, αλλά από το κείμενο της απόφασης φαίνεται πως παρερμήνευσε τη μαρτυρία και/ή καθοδηγήθηκε από λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας, η οποία δεν υποστηρίζεται από τη πραγματική δοθείσα μαρτυρία.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο αξιολογώντας εσφαλμένα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του και/ή εβρισκόμενο σε πλάνη σε σχέση με τα πραγματικά γεγονότα και/ή αξιολογώντας τη μαρτυρία με λανθασμένο τρόπο, εσφαλμένα κατέληξε στο συμπέρασμα πως υπό τις περιστάσεις δεν αιτιολογείται η επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων, με την αιτιολογία πως ελλείπει το στοιχείο της ύπαρξης έκδηλης αλαζονείας ή αθέμιτου κινήτρου εκ μέρους των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο αξιολογώντας εσφαμένα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του, εσφαλμένα έκρινε πως η όλη συμπεριφορά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα ήταν προκλητική.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο με βάση την ενώπιον του μαρτυρία εσφαλμένα δεν επεδίκασε όλες τις πραγματικές ζημιές του Ενάγοντα/Εφεσείοντα. Παραδειγματικά αναφέρουμε πως εσφαλμένα έκρινε πως δεν αποδείκτηκαν οι ειδικές ζημιές σε σχέση με τα τεκμήρια 47Α και 47Β επειδή κατ’ ισχυρισμό η απόδειξη δεν είχε εκδοθεί επ’ ονόματι του Ενάγοντα/Εφεσείοντα. Διέλαθε της προσοχής του Δικαστηρίου πως ως ο ίδιος ο Ενάγων/Εφεσείων εξήγησε κατά τη μαρτυρία του από το συνολικό ποσό των 180,99 Στερλινών που αναφέρεται στο Τεκμήριο 47(α), διεκδικεί μόνο το πρώτο ποσό των 95,00 Στερλινών (covertcamerakit), ενόψει του ότι το Τ.47(α) περιλαμβάνει και άλλα εξαρτήματα τα οποία δεν απωλέσθησαν ή καταστράφηκαν από το περιστατικό. Διέλαθε επίσης της προσοχής του Σεβαστού Δικαστηρίου πως η απόδειξη πληρωμής φέρει ημερομηνία 12/06/07 και εκδόθηκε επ’ ονόματι του Ενάγοντα, με την αναγραφή «πληρωμένο» στη κατάσταση πληρωμής (paymentstatus: paid). Η αγορά έγινε από την ιστοσελίδα dogcamsport.Το τεκμήριο 47(β) αποτελεί απόδειξη πληρωμής ημερ. 03/01/2008, όπου αναφέρεται η τιμή αγοράς της κάρτας μνήμης και δύο δίσκων της βιντεοκάμερας, που ανέρχεται στο ποσό των 315,00Στερλινών και ως εμφαίνεται πληρώθηκε με visa. Περαιτέρω, διέλαθε της προσοχής του Σεβαστού Δικαστηρίου πως η απώλεια των πιο πάνω επιμαρτυρείται από την ποινική απόφαση Τεκμήριο39, από την κατάθεση του Αστ. 3488 Μάριου Χρίστουτεκ. 19, από την κατάθεση του Αστ. 1192, Στ. Ανδρέουτεκ.. 34 και από την κατάθεση του Αστ. 860 Στ. Θεοδούλου τεκ. 28. Λόγω της εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων γιατρών, το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε την επιδίκαση ιατρικών εξόδων ως εμφαίνονται από την παράγραφο Ε και Ζ της Έκθεσης Απαίτησης, με τον ισχυρισμό ότι με βάση την αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν έχει αποδειχθεί πως τα εν λόγω έξοδα σχετίζονται και/ή συνδέονται με τον τραυματισμό του Ενάγοντα/Εφεσείοντα κατά την επίθεση. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν επεδίκασε έξοδα σε σχέση με τα έξοδα επιδιόρθωσης του αυτοκινήτου μετά τη σύγκρουση του αυτοκινήτου που ενοικίαζε από τους Εναγόμενους/Εφεσίβλητους. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη το Τεκμήριο 48, που αποτελεί απόδειξη εισπράξεως ημερ. 26/01/08, λίγες ημέρες μετά το επίδικο συμβάν καθώς επίσης και το Τεκμήριο 19, στο οποίο εμφαίνεται πως το εν λόγω αυτοκίνητο είναι το αυτοκίνητο που κτύπησαν οι Εναγόμενοι/Εφεσίβλητοι. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν επεδίκασε τα έξοδα για την επιδιόρθωση του αυτοκινήτου, με την αιτιολογία πως ο Ενάγων/Εφεσείων δεν απέδειξε πως η σύγκρουση οφειλόταν στους Εναγόμενους/Εφεσίβλητους, αφού το γεγονός αυτό είναι παραδεκτό και/ή δεν αμφισβητήθηκε.Το Σεβαστό Δικαστήριο, εσφαλμένα δεν επεδίκασε τα έξοδα μετακίνησης και διανομής τα οποία επιβαρύνθηκε ο Ενάγων/Εφεσείων σε σχέση με τη διεξαγωγή της συνδεόμενης με την παρούσα υπόθεση, ποινικής υπόθεσης 4155/08, προβάλλοντας ως αιτιολογία ότι κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου όγκος εγγράφων που δεν επεξηγήθηκε, αφού έγινε ρητή αναφορά πως πρόκειται για έξοδα αεροπορικά, μετακίνησης,και διαμονής για τις ημερομηνίες διεξαγωγής των ακροαματικών διαδικασιών στην ποινική υπόθεση.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στην απόφαση του, ευρισκόμενο σε πλάνη σε σχέση με την ισχύουσα Νομοθεσία και τις καθιερωμένες αρχές της Νομολογίας

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο δεν εφάρμοσε ορθά και/ή δεν ακολούθησε τις καθιερωμένες αρχές σε σχέση με τη μαρτυρία των εμπειρογνωμόνων, παραλείποντας να καταλήξει στο συμπέρασμα πως τα όσα κατέθεσαν οι μάρτυρες της πλευράς του Ενάγοντα/Εφεσείοντα παρέμειναν αναντίλεκτα και/ή αδιαμφισβήτητα, αφού αφενός δεν έγινε κατορθωτό να πληγεί η αξιοπιστία τους μέσω της αντεξέτασης και αφετέρου δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε μαρτυρία από τη πλευρά των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων, που να θέτει σε αμφισβήτηση και/ή να αντικρούει τα όσα εμπεριστατωμένα και καθόλα τεκμηριωμένα παρουσίασαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Το Σεβαστό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη και/ή παραγνώρισε πως οι εμπειρογνώμονες της πλευράς των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων απέτυχαν να παρουσιάσουν με επιστημονικά κριτήρια πως θα έπραττε κατά την γνώμη τους ο μέσος συνετός γιατρός και/ή απέτυχαν να παρουσιάσουν εμπεριστατωμένα πως τα όσα ισχυρίζονται υποστηρίζονται από μια άλλη σχολή ιατρών, με τρόπο που το Δικαστήριο έπρεπε να καθοδηγηθεί μόνο με βάση την ιατρική γνώμη των εμπειρογνωμόνων της πλευράς του Ενάγοντα/Εφεσείοντα.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη και/ή εσφαλμένα δεν ακολούθησε τα όσα αναφύονται από την καθοδηγητική υπόθεση The Jones v. Dunkel Inference [2004] NSWCA 123, στην οποία τέθηκε πως όταν η Υπεράσπιση δεν προσκομίζει μάρτυρες προς αμφισβήτηση των όσων έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου από την πλευρά των Εναγόντων, τότε αυτό ενδυναμώνει τη θέση των τελευταίων και το Δικαστήριο δύναται με περισσότερη σιγουριά και/ή βεβαιότητα να αποδεχτεί τις θέσεις των Εναγόντων ως αληθείς και/ή πειστικές.

  1. Tο Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν ακολούθησε όλα όσα τέθηκαν από τους εμπειρογνώμονες μάρτυρες της πλευράς του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, από τη στιγμή που ήταν η μοναδική ιατρική μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον του και/ή εν απουσία οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας από την πλευρά των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων η οποία να αντικρούει τα όσα κατέθεσαν, και ιδιαιτερα ενόψει της έλλειψης ικανοποιητικής εξήγησης αναφορικά με τον λόγο που δεν προσήλθαν ουσιαστικοί μάρτυρες ή εμπειρογνώμονες προς υποστήριξη των ισχυρισμών των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εφάρμοσε σωστά τις νομικές αρχές που αφορούν την αποδοχή μαρτυρίας από εμπειρογνώμονα.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο δεν εφάρμοσε και/ή εφάρμοσε λανθασμένα τις αρχές που διέπουν την αξιολόγηση της μαρτυρίας των εμπειρογνωμόνων, σύμφωνα με τη Νομολογία. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα υιοθέτησε και/ή διεξήγαγε αυθαίρετα συμπεράσματα αναφορικά με ιατρικά ζητήματα, τα οποία δεν υποστηρίκτηκαν από καμία απολύτως ιατρική γνώμη και/ή βιβλιογραφία, ενώ από την άλλη λανθασμένα δεν αποδέκτηκε τις θέσεις των εμπειρογνωμόνων που κατέθεσαν για την πλευρά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, οι οποίες ήταν απολύτως τεκμηριωμένες. Επομένως εκ των πραγμάτων το Δικαστήριο έπρεπε να κρίνει πως η πλευρά των Εναγομένων/Εφεισβλήτων δεν εφοδίασε το Δικαστήριο με το κατάλληλο επιστημονικό υλικό προς απόδειξη των ισχυρισμών τους.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα το επίπεδο απόδειξης, αφού με βάση τα γεγονότα όπως τέθηκαν ενώπιον του και δεδομένου πως η μόνη ιατρική μαρτυρία που είχε ενώπιον του ήταν αυτή των γιατρών που κατέθεσαν για τη πλευρά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, θα έπρεπε να είχε καταλήξει πως με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, οι ζημιές που υπέστη ο Ενάγων/Εφεσείων από την επίθεση ήταν αυτές που περιέγραψαν οι εν λόγω γιατροί, η μαρτυρία των οποίων παρέμεινε αναντίλεκτη και/ή δεν αντικρούστηκε από άλλη ιατρική μαρτυρία. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να ακολουθήσει την καθοδηγητική υπόθεση Morrison v. Barton 1994 SLT 657, στην οποία παρόλο που τα επιχειρήματα της υπεράσπισης ήταν πως ο Ενάγων δεν είχε αποδείξει αιτιώδη συνάφεια μεταξύ του πόνου και του επίδικου συμβάντος, το Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα πως με βάση το ισοζύγιο των πιθανοτήτων, είχαν αποδειχθεί τα πιο πάνω μέσω της ιατρικής μαρτυρίας.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο, κατά παράβαση των εξουσιών που του παρέχονται από το Νόμο, προέβη σε πιθανολογήσεις και/ή συμπεράσματα και/ή καταλήξεις, που δεν αντικατοπτρίζονται στις δικογραφημένες θέσεις των Εναγόμενων/Εφεσιβλήτων και/ή δεν ανταποκρίνονται στην δοθείσα μαρτυρία και/ή στα τεκμήρια που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, θέτοντας σε ευνοϊκότερη θέση τους Εναγόμενους/Εφεσίβλητους.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε εσφαλμένα τις νομολογιακές αρχές καταλήγοντας στο συμπέρασμα πως υπό τις περιστάσεις δεν αιτιολογείται η επιδίκαση τιμωρητικών αποζημιώσεων, με την αιτιολογία πως ελλείπει το στοιχείο της ύπαρξης έκδηλης αλαζονείας ή αθέμιτου κινήτρου εκ μέρους των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, εσφαλμένα δεν ακολούθησε τη σχετική επί του θέματος νομολογία, δια της οποίας αιτιολογείται υπό το φως των περιστάσεων, υψηλότερο ποσό γενικών και επαυξημένων αποζημιώσεων. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν ακολούθησε τις καθόλα διαφωτιστικές μαρτυρίες που τέθηκαν ενώπιον του σε σχέση με την επιδίκαση αποζημιώσεων για κρανιοεγκεφαλική κάκωση, ίλλιγγου θέσης και ψυχιατρικών/ψυχολογικών προβλημάτων, λόγω της εσφαλμένης αξιολόγησης της μαρτυρίας των ΜΕ5, ΜΕ6 και ΜΕ7, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα την επιδίκαση πολύ χαμηλού ποσού αποζημιώσεων.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο λανθασμένα δεν ακολούθησε την υφιστάμενη νομολογία και/ή τις πάγιες αρχές της ισχύουσας νομολογίας οι οποίες συμφωνούν με τα όσα ανέφερε ο ΜΕ6, Ian Drever, ήτοι πως σε περίπτωση που κάποιος ασθενής έχει υποστεί ψυχολογικά τραύματα και/ή ψυχιατρικά προβλήματα και/ή κατάθλιψη συνεπεία πολλών παραγόντων, τότε ο θεράπων ιατρός είναι το κατάλληλο πρόσωπο να αναφέρει ποιος λόγος διαδραμάτισε κύριο ρόλο στην εμφάνιση των εν λόγω τραυμάτων και σε ποιο ποσοστό.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα δεν ακολούθησε την ισχύουσα νομολογία τόσο την κυπριακή όσο και την αγγλική που τέθηκε αναλυτικά ενώπιον του σε σχέση με τις γενικές αποζημιώσεις που αφορούν παρόμοια τραύματα με αυτά του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, ιδιαίτερα αναφορικά με την κρανιοεγκεφαλική κάκωση, σύνδρομο Adjustment Disorder with Disturbances of Emotions και Βegin Paroxysmal Positional Vertigo (BPPV), που θα αιτιολογούσαν πολύ υψηλότερα ποσά αποζημιώσεων.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο εφάρμοσε λανθασμένα υπό τις περιστάσεις τη νομολογία αναφορικά με την απόδειξη των πραγματικών και/ή ειδικών ζημιών. Συγκεκριμένα, το Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα θεώρησε πως με βάση τη σχετική επί του θέματος νομολογία δεν αποδείκτηκαν οι ειδικές ζημιές σε σχέση με τα τεκμήρια 47Α και 47Β επειδή κατ’ ισχυρισμό η απόδειξη δεν είχε εκδοθεί επ’ ονόματι του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, καθώς και με τα ιατρικά έξοδα ως εμφαίνονται από την παράγραφο Ε και Ζ της Έκθεσης Απαίτησης, με τον ισχυρισμό ότι με βάση την αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν έχει αποδειχθεί πως τα εν λόγω έξοδα σχετίζονται και/ή συνδέονται με τον τραυματισμό του Ενάγοντα/Εφεσείοντα κατά την επίθεση. Το Σεβαστό Δικαστήριο, εσφαλμένα δεν επεδίκασε τα έξοδα μετακίνησης και διανομής τα οποία επιβαρύνθηκε ο Ενάγων/Εφεσείων σε σχέση με τη διεξαγωγή της ποινικής υπόθεσης 4155/08, με την αιτιολογία ότι κατατέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου όγκος εγγράφων τα οποία δεν επεξηγήθηκαν. Με τον ίδιο τρόπο εσφαλμένα δεν επεδίκασε τις ειδικές ζημιες για την επισκευή του ενοικιαζόμενου αυτοκινήτου του Ενάγοντα/Εφεσείοντα και των ενδυμάτων του.

  1. To Σεβαστό Δικαστήριο εσφαλμένα επιδίκασε νόμιμο τόκο επί του επιδικασθέντος ποσού από την ημερομηνία 01/01/2010 και όχι από την ημερομηνία της επίθεσης ήτοι 14/01/08, θεωρώντας πως προκλήθηκε αναιτιολόγητη καθυστέρηση εκ μέρους του Ενάγοντα/Εφεσείοντα. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη και/ή να επιμετρήσει τις ιδιαιτερότητες της παρούσης υπόθεσης, οι οποίες τυχόν να προκάλεσαν οποιαδήποτε καθυστέρηση στη διεξαγωγή της διαδικασίας, και που προέρχονται κυρίως από το γεγονός πως ο Ενάγων/Εφεσείων πρόκειται για διάδικο διασυνοριακών διαφορών που τυγχάνει νομικής αρωγής. Παραδειγματικά, το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να λάβει υπόψη μεταξύ άλλων, διαδικαστικά κωλύματα λόγω της έλευσης του Ενάγοντα/Εφεσείοντα από την Αγγλία για σκοπούς προσαγωγής της μαρτυρίας του ενώπιον του Δικαστηρίου, τη διαμεσολάβηση της εκδίκασης της αίτησης για νομική αρωγή, και τη διευθέτηση προσαγωγής μαρτυρίας μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης, τα οποία δικαιολογούσαν την επιδίκαση τόκου από την ημερομηνία έγερσης του αγώγιμου δικαιώματος.

  1. Για σκοπούς επιδίκασης νόμιμου τόκου, το Σεβαστό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη και/ή αγνόησε το γεγονός πως η εξέλιξη της ακροαματικής διαδικασίας, δεν εξαρτάτο αποκλειστικά και μόνο από τον έλεγχο του Ενάγοντα/Εφεσείοντα, αφού η οποιασδήποτε προκληθείσα καθυστέρηση ήταν συνεπεία της νομικής αρωγής και της δύσκολης οικονομικής του κατάστασης. Παραδειγματικά αναφέρουμε πως για σκοπούς αποκρυστάλλωσης των πραγματικών ζημιών που υπέστη ο Ενάγων/Εφεσείων, κατέστη αναγκαία η προσκόμιση της κατάλληλης μαρτυρίας μέσω των θεράποντων ιατρών του, οι οποίοι βρίσκονται στην Αγγλία. Ενόψει του ότι ο Ενάγων/Εφεσείων είναι διάδικος με νομική αρωγή για διασυνοριακές διαφορές και ενόψει του ότι όλα τα έξοδα τα οποία βαραίνουν την πλευρά του, επιβαρύνουν ουσιαστικά την Κυπριακή Δημοκρατία, το Σεβαστό Δικαστήριο ενέκρινε το αίτημα μας, όπως δοθεί η μαρτυρία των εν λόγω γιατρών, μέσω εικονοτηλεδιάσκεψης προς αποφυγή μεγαλύτερων εξόδων εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Το Σεβαστό Δικαστήριο παραγνώρισε και/ή δεν έλαβε υπόψη, πως ως εμφαίνεται από τον ογκώδη φάκελο της υπόθεσης καθώς επίσης και ως επιμαρτυρείται από τα πρακτικά του Πρωτοκολλητείου, ο συντονισμός και η επικοινωνία του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου με το Royal Court of Justice του Λονδίνου για προγραμματισμό και διευθέτηση της εικονοτηλεδιάσκεψης, ήταν έργο χρονοβόρο και δύσκολο και/ή η οποιαδήποτε καθυστέρηση προκλήθηκε δεν ήταν υπό τον έλεγχο του Ενάγοντα/Εφεσείοντα. Το Σεβαστό Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη πως ως απόρροια των πιο πάνω διαδικαστικών κωλυμάτων, αιτήματα αναβολής ή αυτεπάγγελτες αναβολές ήταν καθόλα δικαιολογημένες και κατ’ ουδένα λόγο δεν θα μπορούσαν να επενεργήσουν εναντίον του Ενάγοντα. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο όχι μόνο παραγνώρισε τα πιο πάνω διαδικαστικα κωλύματα αλλά τουναντίον παρέλειψε να επιμετρήσει θετικά πως η πλευρά του Ενάγοντα/Εφεσειοντα, ήταν καθόλα βοηθητική αφού ενεπλάκη ενεργά, επίμονα και πέραν των υποχρεώσεων της, για την ετοιμασία και αποστολή όλων των σχετικών εγγράφων προς τις αρμόδιες αρχές της Αγγλίας καθώς επίσης και μέσω των τηλεφωνικών και άλλων παρεμβολών για επίσπευση της όλης διαδικασίας.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο, επιδικάζοντας νόμιμο τόκο από την 01/01/2010, έμμεσα έθεσε τον Ενάγοντα/Εφεσείοντα, ο οποίος είναι διάδικος με νομική αρωγή, σε μειονεκτική και/ή δυσμενέστερη θέση έναντι των διαδίκων με την οικονομική δυνατότητα, οι οποίοι έχουν την ευχέρεια να καταβάλουν τα σχετικά έξοδα για την προσαγωγή αναγκαίας και/ή ουσιώδους μαρτυρίας από το εξωτερικό προς απόδειξη της υπόθεσης τους, χωρίς όλα τα πιο πάνω διαδικαστικά και τυπικής φύσεως κωλύματα. Το Σεβαστό Δικαστήριο αγνόησε πως η μη επιδίκαση νόμιμου τόκου από την ημερομηνία του επίδικου συμβάντος, ουσιαστικά λαμβάνει τη μορφή τιμωρίας έναντι στο διάδικο που τυγχάνει νομικής αρωγής και που αντιμετωπίζει διαδικαστικά κωλύματα, παραβλέποντας το δικαίωμα του Ενάγοντα/Εφεσείοντα για δίκαιη δίκη, σύμφωνα με το Άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, το Άρθρου 30 του Συντάγματος, τον Περί Νομικής Αρωγής Νόμου 165 (Ι)/2002.

ΤΡΙΤΟΣ ΛΟΓΟΣ

Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε και/ή δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή δεόντως την απόφασή του και/ή τα ευρήματά του.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή δεόντως τους λόγους για τους οποίους δεν αποδέκτηκε σημαντικό μέρος της μαρτυρίας των ΜΕ5, ΜΕ6 και ολόκληρης της μαρτυρίας του ΜΕ7, από τη στιγμή που η άλλη πλευρά απέτυχε να προσκομίσει μαρτυρία δια της οποίας να αντικρούει τα όσα έθεσαν οι προαναφερόμενοι μάρτυρες και/ή έστω να αμφισβητήσουν τη διαγνωστική μέθοδο την οποία ακολούθησαν.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο παρέλειψε να αιτιολογήσει με ποιον τρόπο υιοθέτησε τις θέσεις των Εναγομένων/Εφεσιβλήτων, από τη στιγμή που δεν εφοδίασαν το Δικαστήριο με την κατάλληλη ιατρική μαρτυρία και τα κατάλληλα επιστημονικά εργαλεία δια των οποίων να υποστηρίζονταν οι θέσεις τους.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή δεόντως τους λόγους για τους οποίους απέρριψε τη μαρτυρία του ΜΕ5, Νικόλαου Νικολάου, σε σχέση με το εύρημα του για κρανιοεγκεφαλική κάκωση, ιδιαίτερα λαμβανομένου υπόψη πως η μαρτυρία του παρέμεινε αναντίλεκτη και/ή δεν αντικρούστηκε από άλλη ιατρική μαρτυρία. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε με ποια κριτήρια και/ή τους λόγους για τους οποίους ενώ αποδέκτηκε τα υπόλοιπα ευρήματα του εν λόγω γιατρού, απέρριψε το εύρημα για κρανιοεγκεφαλική κάκωση.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή παρέλειψε να εξηγήσει δεόντως γιατί έκρινε πως ο ΜΕ6, Ian Drever, απέτυχε να εξηγήσει με σαφήνεια και με επιστημονική τεκμηρίωση πως κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα συμπτώματα του Ενάγοντα/Eφεσείοντα με τα χαρακτηριστικά κατάθλιψης οφείλονται στον ξυλοδαρμό που έχει υποστεί.

  1. Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε πως διεξήγαγε το συμπέρασμα πως ο ΜΕ7 δεν ήταν γνώστης των τραυμάτων του Ενάγοντα/Εφεσείοντα και πως κατέληξε στο συμπέρασμα πως ο ΜΕ7 κατέληξε «αβίαστα» στο συμπέρασμα πως το σύνδρομο ίλλιγγου παρουσιάστηκε ένεκα του τραυματισμού από την επίθεση.

  1. . Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή παρέλειψε να αιτιολογήσει δεόντως γιατί δεν αποδέκτηκε τη μαρτυρία του ΜΕ7, Dr.Yeoh, αναφορικά με τις δύο μόνες αιτίες εμφάνισης του συνδρόμου Βegin Paroxysmal Positional Vertigo (BPPV) (παροξυσμικός ίλιγγος θέσης), είτε λόγω τραυματισμού στο κεφάλι είτε λόγω του προχωρημένου της ηλικίας του ασθενή.

  1. Το Σεβαστό Δικαστήριο δεν αιτιολόγησε επαρκώς και/ή προέβη σε εσφαλμένη αιτιολόγηση ως προς την μη επιδίκαση όλων των πραγματικών ζημιών που υπέστη ο Ενάγων/Εφεσείων.

(Περαιτέρω λεπτομέρειες θα δοθούν κατά την ακρόαση της Εφέσεως)

(Υπογρ.) Γ. Γεωργιάδης & Συνεργάτες ΔΕΠΕ

Δικηγόροι Ενάγοντα/Εφεσείοντα

Καταχωρήθηκε την / / 2015

Πιστόν Αντίγραφον

Πρωτοκολλητής

(α) Έκαστος λόγος και τα αιτιολογικά τούτου δέον να εκτίθενται κεχωρισμένως και πλήρως.